SPUTNIKNEWS.GR: Πώς βλέπουν οι πρόσφυγες τους Αθηναίους, το φαγητό, τον καιρό


της Εριφύλης Δρίβα

Ο Λόρενς λατρεύει την Αθήνα, απορεί που οι άνθρωποι δεν σέβονται τους ποδηλατόδρομους, ενώ η φέτα και η ρακή είναι η δική του ιδέα για τον παράδεισο. Είναι από τη Συρία, είναι 25 χρονών και ζει στα Εξάρχεια.

Πόσο κοντά είναι η Αθήνα στη Συρία και το Ιράκ; Πρόσφυγες κινούνται στην πόλη, κάνουν τα ψώνια τους, πηγαίνουν βόλτα, δοκιμάζουν την ελληνική κουζίνα και μας περιγράφουν τις εντυπώσεις τους. Μιλούν για τις προσδοκίες και τους στόχους τους. Αλήθεια, πώς μας βλέπουν και τι γνώμη έχουν για τις συνήθειές μας και ποιες είναι οι δικές τους;

Ο Λόρενς λατρεύει την Αθήνα, απορεί που οι άνθρωποι δεν σέβονται τους ποδηλατόδρομους, ενώ η φέτα και η ρακί είναι η δική του ιδέα για τον παράδεισο. Είναι από τη Συρία, είναι 25 χρονών και ζει στα Εξάρχεια.

Ο Μουσταφά είναι πρόσφυγας από τη Συρία, είχε ξαναβρεθεί στην Ελλάδα για δουλειά πριν 15 χρόνια, ωστόσο, τώρα επέστρεψε κάτω από πολύ πιο διαφορετικές συνθήκες. Ψυχολογικά «την πρώτη φορά η Αθήνα ήταν σαν την άνοιξη, τώρα είναι σαν το φθινόπωρο», σχολιάζει.

Ο Μαχίρ θεωρεί την Αθήνα καλή. Δεν κάνει πολλές βόλτες, αλλά έχει ανέβει στην Ακρόπολη και την βρίσκει ωραία. Είναι 31 ετών πρόσφυγας από το Ιράκ, παντρεμένος με τέσσερα παιδιά.

Η Ρίμα βρίσκει το Νιάρχος πολύ ωραίο και ένα από τα πράγματα που βρίσκει παράξενα στην Αθήνα είναι ότι τα μαγαζιά κλείνουν στις 21.00. Είναι από τη Συρία, 29 ετών και έχει δύο παιδιά.

Η Ντοά και Τζανάν είναι αδερφές, 19 και 22 ετών αντίστοιχα από το Ιράκ. Τους αρέσει το Ζάππειο και πάνε συχνά βόλτα στο Σύνταγμα και το Μοναστηράκι, ενώ τους έχει κάνει εντύπωση πόσα σκουλαρίκια και τατουάζ έχουν οι άντρες.

Ήρθαν στην Αθήνα ως πρόσφυγες, ζουν στην πόλη, μετακινούνται, ψωνίζουν, κάνουν βόλτες. Τους αρέσει όμως η πρωτεύουσα; Πώς τους φαίνονται οι Έλληνες;

«Αγαπάω την Αθήνα, μπορείς να είσαι όποιος θες»

Γεμάτος ενέργεια και ζώντας στο κέντρο της Αθήνας, ο Λόρενς είναι πολύ ξεκάθαρος: Αγαπάω την Αθήνα, μπορείς να είσαι ελεύθερος. Έχει πάρα πολύ κόσμο, είναι πολύ βρώμικη αλλά παρόλα αυτά είναι καταπληκτική.

Ο ενθουσιασμός του είναι τέτοιος που μεταδίδεται ακόμα κι αν δεν είναι δίπλα σου αλλά στην άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής.

Λατρεύει τον καιρό αλλά στο ζήτημα του φαγητού είναι ανένδοτος. «Δεν υπάρχει καλύτερο φαγητό από της Συρίας», λέει. Μετά από λίγο παραδέχεται ότι υπάρχουν και ελληνικά φαγητά όπως ο μουσακάς το τζατζίκι και η σκορδαλιά που του αρέσουν.

Όμως «η φέτα και η ρακή είναι η ιδέα μου για τον παράδεισο».

Του αρέσει να κάνει βόλτα στο Νιάρχος και περισσότερο από όλα του αρέσει η βόλτα με το ποδήλατο στον ποδηλατόδρομο. Απορεί μάλιστα που οι άνθρωποι όχι μόνο δεν σέβονται τον ποδηλατόδρομο αλλά νευριάζουν όταν χτυπάει το κουδούνι για να κάνουν στην άκρη.

«Οι Έλληνες μιλάνε δυνατά και κάνουν έντονες χειρονομίες» παρατηρεί με ενθουσιασμό.

Δεν του αρέσουν όμως όλα και κυρίως δεν του αρέσει όταν οι άνθρωποι «δεν ενδιαφέρονται για την Αθήνα και πετάνε κάτω τα σκουπίδια τους».

Όταν τον ρωτάω τι βρίσκει παράξενο στην πόλη, σκέφτεται λίγο και απαντάει: Την αστυνομία. «Γιατί δεν κάνει τίποτα, απλά στέκονται εκεί με το τηλέφωνό τους». Παύση. Και μετά, «ίσως βέβαια είναι καλύτερο αυτό».

Συναντήσαμε τον Μουσταφά και τον Μαχίρ στην Παιανία, στη δομή στέγασης προσφύγων του SolidarityNow.

«Ψυχολογικά η Αθήνα είναι σαν το φθινόπωρο»

Ο Μουσταφά θυμόταν έντονα την πρώτη φορά στην Αθήνα πριν 15 χρόνια και του έχει κάνει εντύπωση η μεγάλη της αλλαγή. Θυμόταν την Ομόνοια κυκλική, την πόλη πιο ακριβή από ότι τώρα και πολύ ωραία. Παρατηρεί ότι τότε την πρώτη φορά είχε πιο πολύ πράσινο, «ακόμα και δρόμοι όπως η Πατησίων και η Αχαρνών είχαν πράσινο στα μπαλκόνια», τώρα είναι διαφορετική μας λέει.

Πολύς κόσμος και κίνηση, ενώ και η Ομόνοια χάλασε, έχει γίνει πιο βρώμικη. «Παλιότερα υπήρχαν περισσότερα μαγαζιά και ασφάλεια» προσθέτει. Του αρέσει, πάντως, το σουβλάκι στο Μοναστηράκι, ενώ στα αγαπημένα του φαγητά είναι το πλακί και τα μακαρόνια.

Ο Μαχίρ δεν έχει κάνει πολλές βόλτες στο κέντρο, ωστόσο, έχει πάει στην Ακρόπολη, ενώ ο καιρός του αρέσει σίγουρα καλύτερα από το Ιράκ.

«Αν έχεις δουλειά έχεις και επιλογές»

Για τους Έλληνες παρατηρεί ότι σίγουρα μιλάνε πολύ και καμιά φορά αν είναι απασχολημένοι και θες να τους ρωτήσεις κάτι νευριάζουν. Ωστόσο και οι δύο έχουν μόνο καλά λόγια να πουν καθώς τους εξυπηρετούν στην καθημερινότητά τους, όπως όταν θέλουν να χρησιμοποιήσουν το μετρό και επιπλέον «δεν είναι τόσο ρατσιστές».

Ο Μουσταφά και ο Μαχίρ, έχουν αγωνία για το αύριο. Θέλουν να βρουν δουλειά για να μπορούν να στηρίξουν την οικογένειά τους και όπως σχολιάζει ο Μαχίρ «αν έχεις δουλειά έχεις και επιλογές στο τι θα φας και πού θα πας». Είχε μάθει να δουλεύει πολλές ώρες και να φέρνει χρήματα στο σπίτι, κάτι που πέρα από πρακτικούς λόγους βοηθάει και στην ψυχολογία. Είναι χειριστής εκσκαφέα και οδηγός μεγάλων οχημάτων.

Ο Μουσταφά ράβει νυφικά, είναι πολύ καλός σε αυτό και τον ενδιαφέρει να βρει μία αντίστοιχη δουλειά, γιατί «αυτό είναι το σημαντικότερο». Ένα από τα περιστατικά που του συνέβησαν στην Αθήνα και όταν το θυμάται γελάει, είναι να διασχίζει την Πατησίων με «πράσινο» για τα φανάρια προστατεύοντας ένα περιστέρι. Κανείς από τους οδηγούς που τον παρακολουθούσε τι έκανε δεν κόρναρε, στο τέλος, μάλιστα, του έδωσαν τον επευφημούσαν.

«Σχεδόν όλοι οι άντρες έχουν τατουάζ»

Στην δομή της Παιανίας σε ένα από τα 29 διαμερίσματα μένουν και οι δύο αδερφές Ντοά και Τζανάν. Δεν αποχωρίζονται εύκολα και είναι κοινωνικές και πολύ χαμογελαστές. Ως γυναίκες φυσικά έχουν παρατηρήσει…τα πάντα.

Τους αρέσει η Αθήνα γιατί είναι πιο καθαρή και πιο ελεύθερη. Αισθάνονται επίσης πιο ασφαλείς από ότι στο Ιράκ. Στις αγαπημένες τους περιοχές είναι το Σύνταγμα και το Μοναστηράκι, όπου περπατάνε. Τους αρέσει το Ζάππειο, ενώ πηγαίνουν και για πικ νικ.

Η Ντόα μας λέει ότι και η Παιανία είναι ωραία, συνήθως πηγαίνουν στα Jumbo και «χαζεύουν».

Τους αρέσει πολύ ο καιρός της Αθήνας, ενώ δεν θα έμεναν στο κέντρο γιατί τις «πνίγει» ο τόσος κόσμος.

«Μοιάζει πολύ με τη Σααμπ στη Δαμασκό»

Η Ρίμα βρίσκει τόσες ομοιότητες στην Αθήνα και την πόλη της, προάστιο της Δαμασκού, που καμιά φορά νιώθει σαν να είναι ακόμα στη Συρία. Ακόμα και η Ακρόπολη της φάνηκε οικεία καθώς μοιάζει με τα αρχαία στη Συρία, ενώ της άρεσε το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος.

Της φαίνεται ότι οι Έλληνες μιλάνε πολύ και γρήγορα, ενώ της φαίνεται παράξενο που τα μαγαζιά κλείνουν «τόσο νωρίς», στις 21.00.

Και οι τρεις γυναίκες έχουν παρατηρήσει ότι οι γυναίκες στην Ελλάδα ντύνονται πολύ με ρούχα vintage, ενώ οι άντρες πιο μοντέρνα. Αυτό ωστόσο που τους παραξενεύει είναι η τάση να φορούν μεγάλα σκουλαρίκια και να έχουν τατουάζ.

Η Ντοά, η Τζανάν και η Ρίμα συμφωνούν σε πολλά, όπως και στο ότι η Αθήνα έχει πολλούς ζητιάνους. Αυτό όμως που τους φαίνεται πιο παράξενο από όλα είναι πόσοι άνθρωποι κάνουν ναρκωτικά «και παρόλα αυτά κανείς δεν ασχολείται, είναι πολύ έντονο αλλά στους άλλους φαίνεται φυσιολογικό».

Θέλουν να μάθουν να μιλούν ελληνικά και γιατί όχι, να κάνουν και Έλληνες φίλους.

Δείτε το άρθρο εδώ.