Αντιγόνη Λυμπεράκη, Γενική Διευθύντρια SolidarityNow
ΤΑ ΝΕΑ, 30/12/2021
Κάτι περίεργο συμβαίνει με τις φωτογραφίες. Αν είναι πολύ δραματικές, απωθούν και προκαλούν αδράνεια αδυναμίας (τί να κάνω εγώ για ένα τόσο μεγάλο πρόβλημα;). Αν είναι γελαστές, δημιουργούν εφησυχασμό (δεν είναι και τόσο χάλια τα πράγματα). Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με τους αριθμούς: το ατομικό δράμα μετατρέπεται σε απρόσωπη στατιστική (με όλα τα δραματικά που συμβαίνουν στον κόσμο, αυτό είναι μια υποσημείωση…). Η εναλλαγή μεταξύ απελπισμένης αδράνειας και παράβλεψης με ελαφριά καρδιά δεν είναι πρόσφορος τρόπος να επεξεργαστούμε τα δεδομένα που πλαισιώνουν την καθημερινή μας ζωή ούτε μας διευκολύνουν να σκεφτούμε τρόπους να την κάνουμε καλύτερη.
Επειδή πίσω από τους ανθρώπους κρύβονται μεγάλες ιστορίες και αριθμοί, αλλά και επειδή πίσω από τους αριθμούς βρίσκονται πραγματικοί άνρθωποι, άνδρες, γυναίκες και παιδιά, θα ήθελα να προτείνω μια διαφορετική ματιά – που εξετάζει την εξέλιξη των αφίξεων των ανθρώπων που ζητούν άσυλο στην Ευρώπη και γιατί δεν αφορά το θέμα κάποιους άλλους/αλλού αλλά τον καθένα και την καθεμία από μας ξεχωριστά.
Οι αφίξεις λιγοστεύουν
Μέσα στη χρονιά που πέρασε (2021) έφτασαν στην Ελλάδα 8.241 πρόσφυγες, ένας στους τρεις παιδιά κάτω των 18 ετών. Πρόκειται για τον μικρότερο αριθμός αφίξεων από το 2014 όπως δείχνει ο πίνακας που ακολουθεί:
Προηγούμενα χρόνια | Αφίξεις από τη θάλασσα | Αφίξεις από τη στεριά | Νεκροί και αγνοούμενοι |
2021 | 3.693 | 4.548 | 19 |
2020 | 9.714 | 5.982 | 102 |
2019 | 59.726 | 14.887 | 71 |
2019 | 32.494 | 18.014 | 174 |
2017 | 29.718 | 6.592 | 59 |
2016 | 173.450 | 3.784 | 441 |
2015 | 856.723 | 4.907 | 799 |
2014 | 41.038 | 2.280 | 405 |
Πηγή: Ύπατη Αρμοστεία ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες |
Το αν είναι πολλοί ή λίγοι σηκώνει συζήτηση, αλλά το βέβαιο είναι ότι λιγοστεύουν αισθητά.
Καλούμαστε να συμβιώσουμε με μερικές δεκάδες χιλιάδες πρόσφυγες και αιτούντες άσυλο…
Εκτός από τις ροές, έχει σημασία να εξετάσουμε το απόθεμα των προσφύγων και αιτούντων άσυλο δίπλα μας. Εδώ οι αριθμοί είναι λιγότερο ακριβείς: η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ υπολογίζει τον αριθμό των αιτούντων άσυλο σε 60.873 στην Ελλάδα σήμερα, ενώ μέχρι τώρα έχουν αναγνωριστεί σε καθεστώς πρόσφυγα συνολικά 103.136. Ο πραγματικός αριθμός που ζει στην Ελλάδα εκτιμάται ουσιωδώς χαμηλότερος – διότι πολλοί φεύγουν μόλις αποκτήσουν ταξιδιωτικά έγγραφα. Στους πρόσφυγες κυριαρχούν οι προερχόμενοι από τη Συρία, ενώ στους αιτούντες κυριαρχούν οι προερχόμενοι από το Αφγανιστάν – ακριβώς όπως θα φανταζόταν κάποιος. Σε κάθε περίπτωση, μιλάμε για μερικές δεκάδες χιλιάδες των οποίων ο αριθμός συνεχώς λιγοστεύει και στους οποίους συμπεριλαμβάνονται πολλά παιδιά (περίπου 35.000 κατά τις εκτιμήσεις της Unicef) και μερικά ασυνόδευτα (πλέον μόλις 2.279).
Μια πολύ μικρή ψηφίδα στη μεγάλη εικόνα γύρω μας…
Την ίδια στιγμή, δίπλα μας, στην Τουρκία, βρίσκονται περί τα 4 εκατομμύρια πρόσφυγες, οι περισσότεροι από τη Συρία. Οι πρόσφυγες που αναζητούν καταφύγιο και ευκαιρίες ζωής έξω από την πατρίδα τους είναι ένα μικρό ποσοστό (περίπου ένας στους τέσσερις) των 84 εκατομμυρίων που έχουν εκτοπιστεί με βία από τα σπίτια τους. Και από αυτούς, το 85% φιλοξενείται σε αναπτυσσόμενες χώρες , συνήθως γειτονικές. Οι ανεπτυγμένες χώρες ανησυχούν και διχάζονται για το 14% των βίαια εκτοπισμένων που έφτασαν στη δική τους επικράτεια…
Βαρύ φορτίο ή μεγάλη ευκαιρία;
Οι αριθμοί που φθίνουν συνεχώς (κάποιες φορές για λόγους που μας προκαλούν ντροπή) δεν συμπυκνώνουν ένα «βάρος» που η πολιτισμένη και πλούσια Ευρώπη πρέπει να σηκώσει με αξιοπρέπεια. Οι άνθρωποι που έρχονται (ή ήρθαν) έχουν δεξιότητες, ικανότητες, επιθυμίες και προωθητική δύναμη για ευημερία. Οι έρευνες που επιχειρούν να μετρήσουν το οικονομικό τους αποτύπωμα στις χώρες υποδοχής βρίσκουν διαχρονικά τα ίδια «αναπτυξιακά μερίσματα: στην Αγγλία, στην ηπειρωτική Ευρώπη, στις μεσογειακές χώρες και στην Ελλάδα επιβεβαιώνεται το ίδιο συμπέρασμα. Μια «από μηχανής» έξωθεν παρέμβαση που τονώνει την οικονομία και εμπλουτίζει την κοινωνία. Τελευταία σύνοψη ερευνητικών ευρημάτων στους «Financial Times» πριν από λίγες μέρες.
Στη μια σελίδα των εφημερίδων διαβάζουμε για ελλείψεις εργατικού δυναμικού και σε άλλην διαβάζουμε για ανησυχίες μήπως αυξηθούν οι ροές απελπισμένων ανθρώπων. Εν τω μεταξύ έχουμε γίνει πραγματικά μούσκεμα στην υπεκφυγή, στον λαϊκισμό και στην υποκρισία. Μπορούμε καλύτερα.