Αντιγόνη Λυμπεράκη
ΤΑ ΝΕΑ, 15/2/2020
Η ελληνική κοινωνία επιδεικνύει αμφιθυμία. Πριν από λίγα χρόνια νιώθαμε δικαιολογημένα περήφανοι για την πηγαία αλληλεγγύη των νησιών στους πρόσφυγες. Τώρα σε κάποιο βαθμό κατανοούμε την αντίθετη αντίδραση των ιδίων νησιών στην παρουσία προσφύγων. Η μεταστροφή αυτή εξηγείται από κάποιους ως κρατική ανεπάρκεια. Από άλλους χρεώνεται στην παρουσία και λειτουργία Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων (ΜΚΟ). Οι αντεγκλήσεις αυτές αναδεικνύουν την αντίφαση να αναζητάμε στήριξη από το εξωτερικό όταν την απορρίπτουμε στο εσωτερικό. Ένα μεγάλο γεωστρατηγικό επιχείρημα υπέρ της Ελλάδας μετατρέπεται σε κατηγορία εναντίον της.
Η σύγχυση και αμφιθυμία συντηρούνται από την ασάφεια: Δεν γνωρίζουμε ποιος θα έπρεπε να είναι ο ρόλος των ΜΚΟ – συνεπώς αγνοούμε γιατί πρέπει να μας νοιάζει ο ρόλος αυτός να επιτελείται σωστά. Όσο δεν έχουμε απαντήσεις σε αυτά τα θεμελιώδη ερωτήματα, τόσο οι ΜΚΟ θα επιστρατεύονται ως όπλα από τη μια ή την άλλη πλευρά – τραυματίζοντας και τις δύο και μαζί τους το κοινωνικό σύνολο.
Θα είμαι επιγραμματική:
Οι ΜΚΟ είναι καταλύτης που μετατρέπει την κοινωνική αλληλεγγύη σε κοινωνικό κεφάλαιο, μέσω του εθελοντισμού. Η προίκα σε κοινωνικό κεφάλαιο είναι σημαντικός παράγοντας εθνικής επιτυχίας. Είναι ο λόγος για τον οποίο αναπτύχθηκε η Βόρεια Ιταλία αφήνοντας τον πιο καχύποπτο και κλειστό Νότο συστηματικά πίσω, όπως υποστηρίζει ο R.Putnam του Χάρβαρντ. Οι σχέσεις εμπιστοσύνης πυκνώνουν εκεί που οι οργανώσεις της κοινωνίας πολιτών -ΜΚΟ- δίνουν τον χώρο και τον τρόπο να αξιοποιηθεί η κοινωνική αλληλεγγύη.
Η πιο γνωστή εθελόντρια στην ευρωπαϊκή ιστορία είναι η Florence Nightingale το 1854. Το μοντέλο πηγαίας ανθρωπιστικής αλληλεγγύης μπόρεσε να αναπτυχθεί λίγα χρόνια αργότερα όταν ο Διεθνής Ερυθρός Σταυρός προέκυψε από τον αποτροπιασμό που ένιωσαν λίγοι ενεργοί πολίτες αντικρίζοντας το πεδίο της μάχης του Σολφερίνο. Ο Ερυθρός Σταυρός επέτρεψε η διάχυτη επιθυμία αλληλεγγύης να μοχλευτεί και να είναι σήμερα παγκόσμια οργάνωση 97 εκατομμυρίων εθελοντών.
Σχηματικά: «Εθελοντισμός + ΜΚΟ = έμπρακτη κοινωνική αλληλεγγύη = κοινωνικό αποτέλεσμα».
Το σημαντικό στη διαδικασία δημιουργίας κοινωνικού κεφαλαίου είναι η κινητοποίηση της αλληλοβοήθειας και όχι μόνο το αποτέλεσμα. Ο λόγος είναι ότι η πράξη αλληλεγγύης φέρνει οφέλη τόσο σε αυτόν που τη δέχεται, όσο και σε αυτόν που την προσφέρει – σφυρηλατώντας ταυτόχρονα και μια ουσιαστική σχέση ανάμεσά τους. Η ίδια δράση στα χέρια κρατικής ή ιδιωτικής υπηρεσίας θα είχε μικρότερα οφέλη μόνο για τους αποδέκτες. Για παράδειγμα η εθελοντική προσφορά μαθημάτων μαγειρικής και ανταλλαγής μαγειρικών εμπειριών μπορεί να έχει μεγαλύτερη εμβέλεια από μια δράση έκτακτης επισιτιστικής βοήθειας. Το πλαίσιο αυτό υπαγορεύει και μια κλίμακα αξιολόγησης των ΜΚΟ. Η καλή ΜΚΟ οπωσδήποτε πρέπει να διαφυλάσσει κανόνες διαφάνειας προς τα έξω και λογοδοσίας προς όσους την ενέπνευσαν και τη χρηματοδοτούν. Όμως όσο και αν η ανταπόκριση προς γραφειοκρατικές υποχρεώσεις είναι σημαντική δεν πρέπει να γίνει σε βάρος της κύριας αποστολής της ικανότητας να εμπνέει αλληλεγγύη και να αποτελεί όχημα κοινωνικού πολλαπλασιασμού της διάθεσης προσφοράς. Με όρους επιχειρηματικούς οι ΜΚΟ πρέπει να είναι εργαλείο κοινωνικής μόχλευσης μετατροπής της δύναμης της κοινωνίας πολιτών σε πολύτιμα αποτελέσματα για την κοινωνία.
Βρεθήκαμε στο επίκεντρο μιας διεθνούς ανθρωπιστικής κρίσης ταυτόχρονα με βαθιά ύφεση με κοινωνικό κράτος «του γλυκού νερού» – φτιαγμένο για καλούς καιρούς. Η κοινωνική συνοχή απαιτεί την αξιοποίηση όλων των αποθεμάτων αλληλεγγύης αλλά και εφευρετικότητας της κοινωνίας πολιτών της ελληνικής και της διεθνούς.
Οι ΜΚΟ είναι εργαλείο για την κινητοποίηση της αλληλεγγύης αλλά και την αξιοποίησή της προκειμένου να δημιουργηθεί μόνιμο κοινωνικό κεφάλαιο. Η κοινωνία κερδίζει από την ένταξη των ΜΚΟ σε ένα συνολικό σχέδιο. Χάνει αν αξιοποιούνται οι ΜΚΟ ως αποδιοπομπαίος τράγος συγκάλυψης της έλλειψης συνολικού σχεδίου. Χάνει πολύ περισσότερο αν η κριτική προς τις ΜΚΟ και τον εθελοντισμό οδηγεί στην ποινικοποίηση της αλληλεγγύης.
Δείτε το άρθρο