H ιστορία του Μπάσελ


Ανάμεσα στις θάλασσες ιστοριών στις ακτές της Μεσογείου φτάνουν εκείνες οι στενάχωρες που σε τραβάνε σα βαρίδι στο βυθό κι εκείνες που φεγγίζουν σα φως φάρου και δείχνουν τη δύναμη του ανθρώπου. Το ίδιο φως του φάρου, που είχε ως σημάδι ο Μπάσελ για να κολυμπήσει από το Κας της Τουρκίας ως το Καστελόριζο, το Φεβρουάριο του 2016, να αφήσει πίσω του τον πόλεμο στη Συρία και να κάνει μια καινούρια αρχή.

«Αφού άφησα τη Συρία, έμεινα στην Τουρκία για τρεις μήνες, αλλά ήταν πολύ δύσκολα, δεν είχα πια αρκετά λεφτά για να περάσω στην Ελλάδα. Σκέφτηκα πολύ και αποφασίσαμε με άλλους τρεις φίλους μου να περάσουμε κολυμπώντας στην Ελλάδα. Έψαξα το κοντινότερο νησί στην Τουρκία και βρήκα το Καστελόριζο – αγοράσαμε βατραχοπέδιλα και μπρατσάκια και βάλαμε μπρος το σχέδιο.

Μετά από δεκαπέντε ώρες στο λεωφορείο, φτάσαμε στο Κας εξαντλημένοι και πήγαμε με ταξί στο σημείο που θα μπορούσαμε να περάσουμε απέναντι. Ανεβήκαμε στο βουνό γιατί είχε αστυνομία, έχοντας μαζί φαγητό και τα σύνεργά μας για το κολύμπι. Μόλις έπεσε το σκοτάδι, ετοιμαστήκαμε και πέσαμε στη θάλασσα χωρίς ρούχα, μόνο με μία αδιάβροχη θήκη με τα χαρτιά μας, το κινητό και αναπτήρες. Αποφασίσαμε να κολυμπήσουμε σε δυάδες και ξεκινήσαμε. Το πρώτο χιλιόμετρο ήταν εύκολο, όμως ο φίλος που ήταν μαζί μου κουράστηκε, ήμασταν στη μέση της θάλασσας, του είπα ότι είτε συνεχίζεις ή γυρνάς, εγώ δεν γυρνάω πίσω. Γύρισε, εγώ συνέχισα να κολυμπάω μόνος. Στο δεύτερο χιλιόμετρο αρχίσαν τα προβλήματα, ένοιωθα πόνο στα κόκκαλα, έκανε κρύο και τα πόδια μου ήταν σαν ξύλα, δεν μπορούσα να τα χρησιμοποιήσω. Άκουγα τους άλλους δύο φίλους μου που κολυμπούσαν, αλλά δεν μπορούσα να τους δω. Κολύμπησα μόνο με τα χέρια, κοιτούσα το φως του φάρου και το μυαλό μου γέμισε αναμνήσεις, σε δυο ώρες  έφτασα στην ακτή. Είχε πολύ κρύο. Άνοιξα τη θήκη, οι αναπτήρες είχαν πάρει νερό, κρυώναμε όλοι, τρέμαμε. Μετά από μισή ώρα οι αναπτήρες δούλεψαν, βγάλαμε τα μπρατσάκια και ανάψαμε φωτιά.

Ψάχναμε εθελοντές ή την αστυνομία για να μας πάρουν από εκεί. Περιμέναμε τέσσερις ώρες γύρω από τη φωτιά, ήμασταν χαρούμενοι, καλέσαμε τους δικούς μας ότι ήμασταν καλά. Είδαμε μετά μια βάρκα, φωνάζαμε, εκείνοι μας μίλησαν αγγλικά, τουρκικά και ελληνικά. Δεν ξέραμε αν ήταν Τούρκοι και θέλανε να μας γυρίσουν πίσω. Ρωτήσαμε αν είναι Έλληνες, μας έδειξαν τη σημαία. Ήρθαν μετά από μισή ώρα και μας πήραν και μας πήγαν στην πόλη, ήταν πρωί, κοιμηθήκαμε σε υπνόσακους που μας έδωσαν, το σώμα μας δεν το νοιώθαμε.

Με τη βοήθεια του Ερυθρού Σταυρού, μεταφερθήκαμε στη Ρόδο. Από εκεί φύγαμε για την Ειδομένη, δοκιμάσαμε να περάσουμε τα σύνορα μα γυρίσαμε πάλι πίσω στην Ελλάδα. Έμεινα στην Ειδομένη μέχρι το τέλος, όταν άδειασαν το χώρο. Πέρασα και από άλλους καταυλισμούς, πριν καταλήξω στη δομή φιλοξενίας του SolidarityNow στην Αθήνα. Μετά από αρκετό καιρό πήρα την απόφαση του προγράμματος για μετεγκατάσταση στην Πορτογαλία και τώρα περιμένω πότε θα φύγω».

Για όσους έχουν βουτήξει στα βαθιά και έφτασαν στην αντικρινή ακτή, όλα είναι ένα ταξίδι με τελικό προορισμό έναν τόπο που θα μπορέσουν να χτίσουν το μέλλον τους. Εμείς ευχόμαστε να βρει ο Μπάσελ εκείνον τον τόπο, να ρίξει άγκυρα και να πραγματοποιήσει όσα έχει ονειρευτεί!

*To Πρόγραμμα Φιλοξενίας & Στέγασης υλοποιείται από το SolidarityNow με την υποστήριξη της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες και τη χρηματοδότηση της ΕΕ.