
Είναι μεσημέρι και η Σ., μια νεαρή γυναίκα επισκέπτεται το Κέντρο Υποστήριξης Προσφύγων στη Θεσσαλονίκη, έχοντας ραντεβού στην Υπηρεσία Απασχόλησης. Η 20χρονη από την Αϊτή, συνοδεύει ένα παιδί που φαίνεται να κάνει τα πρώτα του βήματα -πού και πού πέφτει, πού και πού με αποφασιστικότητα και ταχύτητα προχωρά, και με περιέργεια περιεργάζεται τα πάντα. Στο γραφείο της Συμβούλου, μετά το καλωσόρισμα και τις πρώτες ερωτήσεις, η μαμά είναι χωρισμένη στα δύο: μιλάει με τη σύμβουλο και προσέχει το παιδί. Σύντομα η Σύμβουλος παρατηρεί κάτι ιδιαίτερο. Η μητέρα αντιλαμβάνεται την παρουσία του παιδιού της όχι τόσο με τα μάτια, όσο με τα χέρια της. Επίσης, διαπιστώνει πως ενώ η νεαρή γυναίκα τη βλέπει, φαίνεται να μην εστιάζει καλά. Λίγο αργότερα η Σ. επιβεβαιώνει ότι έχει κάποιο πρόβλημα με την όρασή της και βγάζει από την τσάντα της ένα ζευγάρι σπασμένα γυαλιά. Αναφέρει πως της τα είχε δώσει μία υπηρεσία στην Κω πριν από δύο χρόνια, αλλά το μωρό τα έχει σπάσει.
Τα δύσκολα όμως δεν σταματούν εκεί. Πριν από δύο εβδομάδες, η Κοινωνική Υπηρεσία του Κέντρου είχε παραπέμψει την Σ. σε ξενώνα φιλοξενίας, καθώς με το μωρό της έμεναν στο δρόμο. Το χρονικό περιθώριο της διαμονής της εξαντλούνταν και είχε και προβλήματα με τα χαρτιά της.
Μέσα σε όλη αυτή την κατάσταση δεν υπήρχαν περιθώρια ούτε και χρόνος για να ασχοληθεί με τα γυαλιά, ούτε την ενδιέφερε να δει καλύτερα. Προσαρμόστηκε στη συνθήκη και δεν θεώρησε ότι ήταν κάτι σημαντικό. Η Σύμβουλος τη ρώτησε αν θα ήθελε να βρει μια λύση με το θέμα της όρασής της και η απάντηση ήταν θετική, όπως θετική ήταν και στο να επισκεφτεί έναν οφθαλμίατρο σε δημόσιο νοσοκομείο μία από τις επόμενες μέρες, όταν η διεπιστημονική ομάδα του Κέντρου συνεργάστηκε και κατάφερε να κλείσει ραντεβού εκτάκτως για τη γυναίκα.
Το αίτημα αναζήτησης εργασίας ήταν ενεργό και τις επόμενες μέρες συνεχιζόταν η επικοινωνία και η επεξεργασία του. Η Σ. είχε επισκεφτεί πλέον τον οφθαλμίατρο και φάνηκε ότι έπασχε από μία πολύ σοβαρή μυωπία που είχε επηρεάσει κάποιο νεύρο και απαιτεί επέμβαση. Η συμβουλευτική διαδικασία συνεχίζεται, ενώ παράλληλα αναζητήθηκε και αξιοποιήθηκε η κοινωνική υποστήριξη που δικαιούται η Σ.
Η Σ. αναζητά ενεργά εργασία κάνοντας αιτήσεις και συμμετέχοντας σε συνεντεύξεις στις οποίες φροντίζει να αφήνει το παιδί σε μία φίλη της που εμπιστεύεται. Η εγχείρηση δεν έχει γίνει ακόμη και δεν είναι προτεραιότητα για την ίδια αυτή τη στιγμή.
Ο ρόλος της επαγγελματικής συμβουλευτικής
Η επαγγελματική συμβουλευτική ως συμβουλευτική παρέμβαση καλείται να λάβει υπόψιν της όλες τις διαφορετικές και συχνά αντικρουόμενες ή άγνωστες ταυτότητες ή και ανάγκες του συμβουλευόμενου προσώπου.
Η εξισορρόπηση μεταξύ της προσωπικής και εργασιακής ζωής, η ψυχική και σωματική υγεία, η σχέση της μητρότητας με την εργασιακή εμπειρία, οι έμφυλες κοινωνικές δυναμικές στην εργασία, αποτελούν θέματα που εγείρονται κατά τη διάρκεια της διαδικασίας και απασχολούν το συμβουλευόμενο πρόσωπο, χωρίς συχνά να μπορεί ή να προλαβαίνει να αναγνωρίσει την ύπαρξή τους, όπως η Σ.. Ο ρόλος του Συμβούλου συχνά είναι να μπορέσει να φωτίσει αυτές τις πτυχές της ζωής που είναι εκεί και ίσως δεν θίγονται από το ίδιο το άτομο και να διευκολύνει στην επίγνωσή τους και στη διεύρυνση των επιλογών.
Επίσης, η συμβουλευτική σε ευάλωτες ομάδες προϋποθέτει, όπως φάνηκε παραπάνω, τη συνεργασία περισσότερων του ενός ειδικών, στη λεγόμενη ολιστική προσέγγιση. Όπως το ανθρώπινο σώμα λειτουργεί με την αρχή ότι το κάθε μέλος του κάνει τη δική του δουλειά ωστόσο όλα μαζί συνεργάζονται για τον ίδιο σκοπό, έτσι και η ομάδα ως ένας «ζωντανός» οργανισμός που αποτελείται από μέλη που το καθένα είναι απαραίτητο για την ευημερία του συνόλου.
Η Εργασιακή Συμβουλευτική, όπως αναφέρεται στον Οδηγό Μεθοδολογίας της Υπηρεσίας Απασχόλησης του SolidarityNow, αποτελεί την υποστήριξη του ατόμου με σκοπό να αναπτυχθεί επαγγελματικά και να αντιμετωπίσει εμπόδια ή δυσκολίες σχετικές με την επιλογή επαγγέλματος και την ένταξή του στην αγορά εργασίας. Τα υπόλοιπα τμήματα και ομάδες του Κέντρου έχουν διαφορετικές αρμοδιότητες και αντικείμενο, μοιράζονται ωστόσο έναν κοινό σκοπό: την αυτονομία και την ένταξη των ωφελούμενων.
Δίχως η παρούσα ιστορία να σημαίνει ότι αποτελεί τη μόνη ενδεικτική παρέμβαση, τα συμπεράσματα του Συμβούλου που προκύπτουν από αυτήν είναι:
- Η σημασία της ενεργητικής ακρόασης στη συμβουλευτική βοήθησε στο να βγει στην επιφάνεια ένα ζήτημα και ένα εμπόδιο που επηρεάζει το αίτημα για εργασία.
- Η ολιστική παρέμβαση σε ένα αίτημα ενός συμβουλευόμενου – με την συγκατάθεση του- φαίνεται να διευκολύνει και να φέρνει αποτελέσματα.
- Η παρέμβαση που σέβεται τις επιλογές και εστιάζει στις ανάγκες του ωφελούμενου και στις προτεραιότητες του είναι περισσότερο ευέλικτη και αποτιμάται και ως περισσότερο βοηθητική.